«Καὶ διηγῶντας τα νὰ κλαῖς»

 

 

FRONT

 

«Καὶ διηγῶντας τα νὰ κλαῖς»

 

                                                           «Ἄλλη δέ τις ἐν τῇ ἡμετέρᾳ διαλέκτῳ ἀνεφάνη
                                                                        κακοστομία καὶ οἷον βαρβαροστομία».

                                                                                    Στράβων, «Γεωγραφικά», 14, 2, 28.

 

 

                                                             Τοῦ κ. Κων. Ἰ. Δάλκου, Φιλολόγου,

 

                                                              ἐπιτ. Δ/ντοῦ τοῦ 3ου Λυκ. Αἰγάλεω

 

   Φίλε ἀναγνώστη, «ἐπέρασε στὰ ψιλὰ» κάποιων ἐφημερίδων καί, προσωπικῶς τοὐλάχιστον, δὲν εἶδα νὰ ἀπασχολῆ τοὺς τηλεοπτικούς μας διαύλους μία εἴδηση ποὺ ὅμως ἀφορᾷ τὴν «πολιτιστική μας κληρονομιά». Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν λοιπὸν στὸ Ὠτὲν τῆς Γαλλίας, σὲ συνέδριο στὸ ὁποῖο συμμετεῖχαν 80 ἐρευνητὲς καὶ πανεπιστημιακοὶ ἀπὸ τὴν Γαλλία καὶ ἄλλες χῶρες, ἡ γαλλικὴ Ἕνωση «Human - Hist» ὑπέβαλε τὸ αἴτημα νὰ ἐγγραφοῦν ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ καὶ ἡ λατινικὴ γλῶσσα στὸν κατάλογο τῆς ἄυλης πνευματικῆς κληρονομιᾶς τῆςUnesco. Ὅπως ἐτόνισεν ὁ Πρόεδρος τῆς Ἑνώσεως αὐτῆς, τὸ αἴτημα αὐτὸ ὑπεβλήθη, διότι ἔκριναν ἀπαραίτητο νὰ διαφυλαχθῇ «ἡ διδασκαλία τῶν λατινικῶν καὶ τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν ποὺ εἶναι οἱ βάσεις τῆς γαλλικῆς γλώσσας καὶ τῆς εὐρωπαϊκῆς ἱστορίας» καὶ προσέθεσε ὅτι «εἶναι μιὰ εὐκαιρία νὰ δείξουμε στὸ κοινὸ τὴν σπουδαιότητα καὶ τὴν ἰκμάδα τῶν ἀρχαίων γλωσσῶν».

 

 

   Στὸ Συνέδριο παρέστη καὶ ὁ Γάλλος ὑπουργὸς τῆς Παιδείας, ὁ ὁποῖος ἐχαρακτήρισε τὸ «μανιφέστο» αὐτὸ «ἐμβληματικὸ καὶ οὐσιῶδες» γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν γλωσσῶν αὐτῶν πού, ὅπως εἶπε, εἶναι «τὸ ζωντανὸ σφρίγος» τῆς Γαλλικῆς. Προσέθεσε δὲ ἀκόμη ὅτι τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ καὶ τὰ λατινικὰ δὲν εἶναι οὔτε «ἀπηρχαιωμένα» οὔτε «ἐλιτίστικα», ἀλλὰ πρέπει νὰ ὑποστηριχθοῦν, διότι «μεταλαμπαδεύουν αξίες». Σημειωτέον ὅτι στὶς ἐργασίες τοῦ Συνεδρίου συμμετεῖχε καὶ ἕνας 13χρονος μαθητής, ὁ ὁποῖος ἐδήλωσε ὅτι ἀγαπᾷ μὲ πάθος τὰ λατινικὰ καὶ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά, διότι τὸν βοηθοῦν «νὰ γνωρίζῃ τὸ παρελθόν, νὰ κατανοῇ τὸ παρὸν καὶ νὰ ἐξηγῇ τὸ μέλλον».

 

 

   Ἡ διακήρυξη αὐτὴ δὲν ἦταν βέβαια μὴ ἀναμενόμενη γιὰ ὅσους γνωρίζουν πόσον ἐκτιμῶνται διεθνῶς οἱ κλασσικὲς σπουδὲς καὶ ἡ διδασκαλία τῶν οἰκουμενικῶν αὐτῶν γλωσσῶν ὄχι μόνον ἀπὸ μιὰ μικρὴ μειοψηφία φιλολόγων καὶ ἀρχαιομαθῶν. Εἶναι γνωστὸν ὅτι μόλις πρὸ τεσσάρων καὶ τριῶν ἐτῶν, στὴν Γαλλία καὶ τὴν Δανία ἀντιστοίχως, οἱ ἐξαγγελίες κυβερνητικῶν ἀποφάσεων περιορισμοῦ τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν ἀντιμετώπισαν ἰσχυρὲς κοινωνικὲς ἀντιδράσεις καὶ οἱ μαθητὲς κατέβηκαν διαμαρτυρόμενοι στοὺς δρόμους! Σημειωτέον ὅτι μία ἀπὸ τὶς προεκλογικὲς ὑποσχέσεις τοῦ Γάλλου Προέδρου ἦταν καὶ ἡ ἐνίσχυση τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν.

 

 

   Δὲν εἶναι βέβαια στὶς προθέσεις μου νὰ ἀσχοληθῶ ἐδῶ διὰ μακρῶν μὲ τὸ φαινόμενο αὐτὸ ποὺ ξενίζει μᾶλλον τὴν γενικῶς ἀδιάφορη ὡς πρὸς τὰ καίρια αὐτὰ ζητήματα ἑλλαδικὴ κοινωνία. Οἱ κοινωνίες ὅμως ἐκεῖνες δὲν ἀνέχονται προφανῶς τὸν περιορισμὸ τῆς ὑψηλῆς αὐτῆς, ὄχι μόνον γλωσσικῆς, παιδείας σὲ κάποιες κοινωνικὲς «ἐλίτ», ἀλλὰ συγχρόνως ἔχουν καὶ τὴν ἐπίγνωση τῆς ὀφειλῆς των σὲ μιὰ γλῶσσα, ἡ ὁποία ἔχει διεισδύσει μέσῳ τοῦ ἀλφαβήτου, τοῦ λεξιλογίου, τῆς γραμματικῆς καὶ τῆς συντάξεώς της σὲ ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες καὶ μέσῳ τῶν μνημείων τοῦ λόγου της στὴν παγκόσμια λογοτεχνία καὶ τὶς ἐπιστῆμες. Ἐνδεικτικῶς μόνον σημειώνω πάλιν ἐδῶ ὅτι ὁ λεξικογράφος Ἀριστείδης Κωνσταντινίδης στὸ ἔργο του «Ἡ Οἰκουμενικὴ Διάσταση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας» καταγράφει 135.000 ἑλληνικὲς λέξεις μὲ τὰ παράγωγά τους στὴν Ἀγγλικὴ γλῶσσα! Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ παγκοσμίου φήμης Ἱσπανὸς Φιλόλογος FranciscoAdrados ἔχει χαρακτηρήσει ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες ὡς «κρυπτοελληνικές».

 

 

   Τὸ πρόβλημα ὅμως εἶναι τί πράγματι συμβαίνει στὸν ἐπιπόλαιο τόπο μας, ὅπου ἡ γλωσσικὴ αὐτὴ «κληρονομιὰ» ἀποτελεῖ μέγα μέρος τῆς πατρογονικῆς μας περιουσίας, τῆς ὁποίας ὅμως φαίνεται νὰ ἀρνούμεθα τὴν ἀποδοχή. Εἶναι ἀπὸ τά, ἐπιεικῶς, νεοελληνικὰ παράδοξα, ἀλλὰ οἱ ἀποκαλούμενες ἐκπαιδευτικὲς μεταρρυθμίσεις ἀπὸ τοῦ 1964 καὶ ἑξῆς ἐπικεντρώθηκαν κυρίως σὲ δύο θέματα, δηλαδὴ στὴν κατάργηση τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν καὶ στὶς πανελλαδικὲς ἐξετάσεις! Καὶ ἐπανῆλθαν βέβαια τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ στὰ σχολεῖα μετὰ τὴν διαπίστωση τῆς γλωσσικῆς πενίας καὶ τῆς ἀπαιδευσίας ποὺ ἀκολούθησε, καὶ παρεδέχθησαν τὸ μέγα σφάλμα ἢ ἔγκλημα τόσον ὁ Εὐάγγελος Παπανοῦτσος διὰ τῆς φράσεως «πριονίζουμε τὸ κλαδί, πάνω στὸ ὁποῖο καθόμαστε», ὅσον καὶ ὁ Γεώργιος Ράλλης λατινιστὶ διὰ τοῦ «meaculpa». Ἰδοὺ ὅμως ὅτι ὁ ἀτυχὴς αὐτὸς τόπος δὲν ἀπέφυγε τὸ «τρὶς ἐξαμαρτεῖν» μέσῳ κυρίως τοῦ νῦν ὑπουργοῦ τῆς παιδιᾶς μας, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον ἐμείωσε τὶς ὧρες τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὰ Γυμνάσια, ἀλλὰ καὶ τὰ κατήργησε οὐσιαστικῶς, ἀφοῦ, σκοπίμως προφανῶς, τὰ συμπεριέλαβε στὰ μὴ ἐξεταζόμενα κατὰ τὶς τελικὲς ἐξετάσεις! Συγχρόνως, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀντικατέστησε τὴν διδασκαλία τῶν Λατινικῶν μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Κοινωνιολογίας.

 

 

   Καὶ γιὰ τὶς δύο αὐτὲς καταργήσεις ἔχει διαμαρτυρηθῆ ἡ Διεθνὴς Ὁμοσπονδία Κλασσικῶν Σπουδῶν (FIEC) ἡ ὁποία ἐκπροσωπεῖ τὶς κλασσικὲς σπουδὲς σὲ 50 χῶρες περίπου. Συγχρόνως ἐπεσήμανε ὅτι ἡ πολιτικὴ αὐτὴ στὴν κοιτίδα τῆς Ἑλληνικῆς θὰ ἐπηρεάσῃ δυσμενῶς τὶς ἀντίστοιχες σπουδὲς καὶ στὶς ἄλλες χῶρες. Γιὰ ὅλα αὐτὰ δὲν φαίνεται νὰ «ἔχῃ ἱδρώσει τὸ αὐτὶ» ἢ τὸ μουστάκι τοῦ ὑπουργοῦ μας, γιὰ τὸν ὁποῖον ματαίως ἤλπισα ὅτι, ὡς Κωνσταντινουπολίτης, θὰ ἔτρεφε μέσα του κάποιο, ἔστω ἐλάχιστο, λεῖμμα ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς.

 

 

   Ἐδῶ ὅμως πρέπει νὰ τεθῇ κατ’ ἀνάγκην τὸ ζήτημα τῶν λόγων καὶ τῶν σκοπῶν τῆς τελευταίας αὐτῆς ἐθνικῶς αὐτοκτονικῆς ἐκπαιδευτικῆς πολιτικῆς. Διότι ἐκεῖνες οἱ προηγούμενες μεταρρυθμίσεις ὠφείλοντο ἴσως σὲ ἕναν γλωσσικὸ «ρεβανσισμό», σὲ μιὰν ἄκαιρη τότε καὶ ἄστοχη ἀντεπίθεση τοῦ Δημοτικισμοῦ, ἡ ὁποία ἐλειτούργησε τελικῶς εἰς βάρος τῆς Ν. Ε γλώσσας. Ἐξέφρασαν ἐπίσης ἕνα πνεῦμα πρακτικισμοῦ, τὴν ἀντίληψη δηλαδὴ ὅτι μὲ τὴν ὑποτίμηση τῶν θεωρητικῶν σπουδῶν στὴν Γενικὴ Ἐκπαίδευση καὶ τὴν ἐνίσχυση τῶν θετικῶν θὰ ἀπογειωνόταν ἡ ἑλληνικὴ Οἰκονομία, πρᾶγμα ποὺ πασιφανῶς, ὡς γνωστόν, ἀπεδείχθη στὶς ἡμέρες μας! Ἡ παροῦσα ὅμως ἐκπαιδευτικὴ πολιτικὴ εἶναι φανερὸν ὅτι ἐκπορεύεται ἀπὸ ἄλλες πηγὲς καὶ ἐξυπηρετεῖ ἄλλους στόχους. Διότι οὔτε ἡ προφανὴς νεοελληνικὴ ἀγλωσσία ὀφείλεται στὸ περιβόητο «γλωσσικὸ ζήτημα» οὔτε βέβαια ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ ἐπιλύσῃ τὸ οἰκονομικό μας πρόβλημα ἡ ἀναίρεση τῆς Γενικῆς Ἐκπαιδεύσεως μὲ τὴν λογικὴ τοῦ «λίγο ἀπ’ ὅλα» καὶ μὲ προφανῆ σκοπὸ τὸν διορισμὸ πάσης εἰδικότητος πτυχιούχων. Θὰ προσθέσω καὶ τὸ «τί νὰ ποῦμε τί;» γιὰ τὰ Τεχνικά μας Σχολεῖα. Ἡ τελευταία ἐξ ἄλλου (2018) ἔκθεση τοῦ ΟΟΣΑ ἐπεσήμανε πάλι τὶς χαμηλὲς ἐπιδόσεις τῶν ἑλλήνων μαθητῶν στὴν κατανόηση κειμένου καὶ ἐπιστημονικῶν ἐννοιῶν.

 

 

   Δὲν εἶναι λοιπὸν μόνον προσωπική μου ἐκτίμηση ὅτι ἡ τρέχουσα ἐκπαιδευτικὴ πολιτικὴ στὴν Γενικὴ Ἐκπαίδευση ἔχει κυρίως ἰδεολογική – κομματικὴ ἀφετηρία καὶ σαφῶς ἐπιχειρεῖ νὰ ἐπιβάλῃ τὴν ἐθνομηδενιστικὴ νοοτροπία αὐτοῦ ποὺ γενικῶς ὀνομάζεται «παγκοσμιοποίηση». Κατ’ οὐσίαν ἑπομένως προοδοποιεῖ, ἐλπίζω ἀκουσίως, τὴν ἐπιβολὴ τῆς «Νέας Τάξης», τῆς μελλοντικῆς δηλαδή, καὶ ἤδη ἐν πολλοῖς παρούσης, ἠλεκτρονικῆς τυραννίας τοῦ «Μεγάλου ἀδελφοῦ». Ἐξ ἄλλου, ὅσον ἀφορᾷ στὴν χώρα μας, αὐτὸ ἦταν, ὅπως λέγεται, τὸ ὄνειρο τοῦ Kissinger, ἡ κάμψη δηλαδὴ τῆς ἀντιστάσεώς μας στοὺς σχεδιασμοὺς τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς μέσῳ τοῦ ἠθικοῦ μας ἀφοπλισμοῦ. Γι’ αὐτὸ βλέπουμε ὅτι ἔχει σχεδὸν ἀπροκάλυπτα ἐκδηλωθῆ, καὶ ὄχι μόνον μέσῳ τοῦ σχολείου, μιὰ συνδυασμένη ἐπίθεση ἐναντίον τῆς ἑνότητας τῆς γλώσσας, ἐναντίον τῆς Ὀρθοδοξίας (βλ. πρόταση γιὰ «οὐδετερόθρησκο» κράτος), ἐναντίον τῶν πατροπαράδοτων οἰκογενειακῶν θεσμῶν (μὲ τὴν ἔργῳ τροποποίηση ἀκόμη καὶ τοῦ προαιώνιου ὁρισμοῦ τοῦ γάμου) καὶ ἐναντίον τῆς ἱστορίας (ἤδη ἀπὸ τὸ Ρεπούσειο ἐγχειρίδιο). Συνεπὴς λοιπὸν πρὸς αὐτὴ τὴν ἐθνομηδενιστικὴ καὶ ἀποδομητικὴ τῆς Ἱστορίας ἐκπαιδευτικὴ πολιτικὴ εἶναι καὶ ἡ ὑποβάθμιση τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν καὶ τῶν κλασσικῶν ἐν γένει σπουδῶν. Διότι ἀπὸ τὴν παράδοση αὐτὴ προβάλλεται ἡ πλέον σθεναρὴ ἀντίσταση στοὺς σκοτεινοὺς ἐκείνους σχεδιασμούς.

 

 

   Πέρυσι μόλις, φίλε ἀναγνώστη, τὸ πολιτιστικὸ τμῆμα τοῦ BBC ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς πλέον καταξιωμένους σὲ ὅλον τὸν κόσμο εἰδικοὺς τῆς Λογοτεχνίας νὰ ὑποδείξουν τὰ σημαντικώτερα ἀφηγηματικὰ ἢ δραματικὰ λογοτεχνικὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα, κατὰ τὴν κρίση τους, ἔχουν συμβάλει περισσότερο στὴν διαμόρφωση τῆς ἀνθρώπινης σκέψεως. Στὸν κατάλογο λοιπὸν τῶν 100 πιὸ σημαντικῶν ἔργων ποὺ καταρτίστηκε, κορυφαία θέση κατέλαβεν ἡ Ὀδύσσεια,περιλαμβάνονται δὲ σ’ αὐτὸν ἡ Ἰλιάδα, πολλὲς τραγῳδίες, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἡ Ἀντιγόνη, καὶ οἱ Αἰσώπειοι μῦθοι. Ἀσφαλῶς δὲν ἐκπλήσσει ἡ κατάταξη τῆς Ὀδύσσειας στὴν θέση αὐτή. Ἤδη ὁ Μ. Βασίλειος ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς νέους ἐπισημαίνει ὅτι «πᾶσα ἡ ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἐστιν ἔπαινος», καὶ ἐν προκειμένῳ ἡ Ὀδύσσεια ἐξυμνεῖ τὴν συζυγικὴ πίστη, τὴν ἀγάπη στὴν πατρίδα καὶ στὴν οἰκογένεια, καὶ διδάσκει τὴν εὐσέβεια. Θὰ ὑπενθυμίσω ἐδῶ καὶ τὴν πρόσφατη προσπάθεια νὰ ἀποβληθοῦν ἀπὸ τὴν διδακτέα ὕλη τοῦ Λυκείου ἡ Σοφόκλειος «Ἀντιγόνη» καὶ ὁ «Ἐπιτάφιος» τοῦ Περικλέους. Εἶναι βέβαια σὲ ὅλους γνωστὸν ὅτι ἡ «Ἀντιγόνη» προβάλλει τὴν ἀδελφικὴ ἀγάπη, τὸν σεβασμὸ στὶς ἐπιταγὲς τοῦ θεϊκοῦ δικαίου καὶ διδάσκει τὴν ἀντίσταση στὴν αὐθαιρεσία τῆς ἐξουσίας, ἐνῶ ὁ «Ἐπιτάφιος» δίδει τὸν αὐθεντικὸν ὁρισμὸ καὶ περιγράφει, αὐθεντικῶς ἐπίσης, τὸ πολίτευμα τῆς Δημοκρατίας. Εἶναι λοιπὸν ἀσφαλῶς γιὰ κάποιους ἐπικίνδυνα κείμενα.

 

 

   Κατόπιν ὅλων αὐτῶν εἶναι προφανεῖς οἱ λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους οἱ ἀρνούμενοι τὴν ὕπαρξη ἑλληνικοῦ ἔθνους καὶ τὴν ἑνότητα τῆς ἱστορίας μας ἐπιτίθενται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν. Διότι ἡ γλῶσσα καὶ ἡ παιδεία μας εἶναι οἱ σημαντικώτερες ἀποδείξεις τῆς ἀπὸ πολλῶν χιλιετιῶν ὑπάρξεως καὶ ἑνότητος τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Τὸν ΙΕ΄ αἰῶνα, στὶς δύσκολες πρὸ τῆς Ἁλώσεως στιγμές, ὁ Πλήθων, ἀπευθυνόμενος στὸν αὐτοκράτορα Μανουὴλ Β΄ τὸν Παλαιολόγο (1391 – 1425) γράφει: «Ἐσμέν, ὧν ἡγεῖσθέ τε καὶ βασιλεύετε, ἕλληνες τὸ γένος, ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ». Δηλαδή: Αὐτοί, στοὺς ὁποίους βασιλεύετε, ἀνήκουμε στὸ ἑλληνικὸ γένος, ὅπως τὸ ἀποδεικνύουν ἡ γλῶσσα καὶ ἡ πατροπαράδοτη παιδεία μας. Καὶ συνεχίζει: «Ταύτην φαίνονται τὴν χώραν Ἕλληνες ἀεὶ οἰκοῦντες οἱ αὐτοί, ἐξ ὅτου περ ἄνθρωποι διαμνημονεύουσι». Δηλαδή: Εἶναι φανερὸν ὅτι αὐτὴν τὴν χώρα κατοικοῦν συνεχῶς οἱ Ἕλληνες, οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὑπάρχει μέσῳ τῆς ἱστορικῆς μνήμης πληροφόρηση. Ἂς τὰ ἀκούσουν αὐτὰ ἐκεῖνοι ποὺ παρεχώρησαν ὄνομα, ἐθνότητα καὶ γλῶσσα ἑλληνική (Μακεδονική) στὸ ἀλβανο-σλαβο-βουλγαρικὸ κρατίδιο τῶν Σκοπίων!

 

 

   Πολλὲς φορές, φίλε ἀναγνώστη, ἔχω δοκιμάσει τὴν ὑπομονή σου γράφοντας στὸ φύλλο αὐτὸ γιὰ τὸν ὁρατὸ πλέον κίνδυνο ἀφελληνισμοῦ τῆς γλώσσας μας μὲ τὴν ὑποβάθμιση τῆς διαχρονικῆς της διδασκαλίας καὶ τὴν ἐξάλειψη κάθε οὐσιαστικῆς ἀξιολογήσεως μαθητῶν καὶ διδασκάλων. Δυστυχῶς, λόγῳ τῶν συνεχῶν ἀνοήτων πειραματισμῶν καὶ τῶν προοδευτικῶν τάχα κομματικῶν ἢ προσωπικῶν ἰδεοληψιῶν, τὰ παιδιά μας ἔχουν ἀποξενωθῆ ἀπὸ τὸν ἀνεκτίμητο πλοῦτο τῆς γλωσσικῆς καὶ πνευματικῆς παραδόσεως τριῶν περίπου χιλιάδων ἐτῶν καὶ ἕνα μεγάλο τμῆμα τῆς νεολαίας μας ψελλίζει καὶ γράφει «τρισβάρβαρα» ἑλληνικὰ μὲ διαρκῶς πληθυνόμενες τὶς ἐμβόλιμες, κατὰ τὰ τηλεοπτικὰ πρότυπα, ἐγγλέζικες λέξεις.

 

 

   Στὸ σημεῖο ὅμως αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ ἐπιστήσω καὶ πάλι τὴν προσοχή σου σὲ μία μόνον παράμετρο τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ προβλήματος, δηλαδὴ στὴν ὑπὸ εὐρύτερη ἔννοια πολιτική του διάσταση. Ἡ διαχρονικὴ λοιπὸν γλωσσικὴ διδασκαλία, ἡ ἀπ’ εὐθείας δηλαδὴ γνωριμία μὲ τὰ ἀρχαῖα, τὰ μεσαιωνικὰ καὶ τὰ νεώτερα κείμενα, ἡ ἐπαφὴ μὲ τὴν γραμματική, τὴν σύνταξη καὶ τὴν ἐτυμολογία, πέραν τοῦ ὅτι αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν ἀποτελεῖ μιὰν ἀνεκτίμητη παιδεία, μᾶς ὁπλίζει συγχρόνως μὲ τὴν δυνατότητα νὰ κατανοοῦμε ἀκριβῶς τὶς σημασίες τῶν λέξεων ἐντὸς τοῦ ἑκάστοτε κοινωνικοῦ καὶ γλωσσικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ ἱκανότητα αὐτὴ μπορεῖ σὲ μεγάλο βαθμὸ νὰ προστατεύῃ τὸν πολίτη ἀπὸ τὴν παντὸς εἴδους δημαγωγία, ἀπὸ τὴν πολιτική, τὴν ἰδεολογική, τὴν ἐμπορικὴ προπαγάνδα καὶ ἀπὸ τὴν βαναυσότητα τοῦ προφορικοῦ, τοῦ ἐντύπου καὶ ἠλεκτρονικοῦ ψεύδους ποὺ ἀποκαλεῖται «πολιτικῶς ὀρθό» καὶ ἐπιμόνως σήμερα, γιὰ νὰ θυμηθῶ μιὰ παραλλαγὴ τοῦ γνωστοῦ σολωμικοῦ στίχου,

 

 

μὲ χίλιες βρύσες χύνεται, μὲ χίλια μάγια δένει.

 

 

   Αὐτὴ ἡ παραπειστικὴ χρήση τῆς γλώσσας πολὺ εὔκολα μπορεῖ νὰ διαστρέψῃ μιὰν ἀγύμναστη στὸν λόγο καὶ χαλαρὴ ἢ ναρκωμένη συνείδηση. Πρὸ ἡμερῶν π.χ. ἐδιάβασα ὅτι πέρυσι στὴν Λευκωσία ἐκυκλοφόρησε ἀπὸ τὸν «Ὀργανισμὸ γιὰ τὴν Ἀσφάλεια καὶ τὴν Συνεργασία στὴν Εὐρώπη»(ΟΑΣΕ) ἕνα «Γλωσσάριο γιὰ τὴν δημοσιογραφία στὴν Κύπρο». Τὸ συνέταξαν ἕλληνες καὶ τοῦρκοι ἐκ τῶν τέως ὑποστηρικτῶν τοῦ σχεδίου Ἀνάν, μὲ Γερμανικὴ καὶ Ὁλλανδικὴ χρηματοδότηση! Τὸ γλωσσάριο ἐξωραΐζει κάποιες καταστάσεις μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῶν λέξεων. Ἡ περίφραση π.χ. «Κατεχόμενες περιοχὲς» μετατρέπεται σὲ «Βόρειο μέρος τῆς Κύπρου», Οἱ «ἐλεύθερες περιοχὲς» γίνονται «Νότιο μέρος τῆς Κύπρου», ὁ «Κυπριακὸς λαὸς» ἀντικαθίσταται μὲ τὸν ὅρο «Ἑλληνοκυπριακὴ Κοινότητα» κλπ.   Βεβαίως πολὺ πιὸ ἐπικίνδυνοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ χρησιμοποιοῦν τὸ μελάνι τοῦ στυλογράφου τους ὅπως ἡ σουπιά, γιὰ νὰ θολώνουν δηλαδὴ τὰ διαυγῆ ὕδατα, χωρὶς ἀσφαλῶς νὰ ἐκδίδουν γλωσσάρια. Αὐτοὶ ὅμωςγνωρίζουν ἐπίσης τὸν τρόπο νὰ χρησιμοποιοῦν τὶς λέξεις ὅπως ὁρίζει ὁ ποιητής:

 

 

Σὰν πρόκες πρέπει νὰ καρφώνωνται οἱ λέξεις.

 

 

                             Νὰ μὴν τὶς παίρνει ὁ ἄνεμος.

 

 

Γι’ αὐτό, πρὶν ἀποφασίσουμε νὰ συμφωνήσουμε ἢ νὰ διαφωνήσουμε ἀκούοντας τὰ ποικίλα συνθήματα, ἔργα συνήθως ὑποκριτικῆς καιροσκόπων ἢ κερδοσκόπων διαφημιστῶν καὶ ἐπικοινωνιολόγων, πρέπει νὰ ἐλέγχουμε μία – μία τὶς λέξεις ποὺ τὰ ἀπαρτίζουν καὶ τὶς σημασίες, μὲ τὶς ὁποῖες ἑκάστοτε τὶς προικίζουν. Αὐτὸ ὅμως ἀπαιτεῖ πρὸ πάντων μιὰ σοβαρὴ καὶ ἑπομένως διαχρονικὴ γλωσσικὴ κατάρτιση.

 

 

   Φίλε ἀναγνώστη, ὁ Κομφούκιος, νομίζω, εἶπε πὼς ἡ πιὸ μεγάλη ἐπανάσταση εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς σημασίας τῶν λέξεων. Εἶναι τάχα σήμερα ἡ παιδεία καὶ ἡ κοινωνία μας ἕτοιμη νὰ ἐπιχειρήσῃ τὴν δύσκολη αὐτὴ ἐπανάσταση; Τὸ ἐρώτημα εἶναι προφανῶς ρητορικό! Θὰ μοῦ ἐπιτραπῇ λοιπὸν νὰ κλείσω τὸ κείμενο αὐτὸ διασκευάζοντας ἐλαφρῶς δύο ἀπαισιόδοξους, καὶ σχετικοὺς μὲ τὴν γλωσσικὴ ἀκρίβεια, στίχους τοῦ Μανόλη Ἀναγνωστάκη:

 

 

Τὸ ρῆμα ποὺ ταιριάζει στὴν περίπτωσή μας

                                                                                                           εἶναι: βουλιάζω.

 

 

 

YESSNEW